- φόντι
- το(λ. ιταλ.), το πάνω μέρος του παπουτσιού που αποτελείται από μαλακό δέρμα, ύφασμα ή άλλο υλικό, και από τη φόδρα.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
φόντι — το, Ν άκλ. το πάνω τμήμα ενός παπουτσιού, το οποίο αποτελείται από δέρμα, ύφασμα ή άλλο υλικό και από τη φόδρα … Dictionary of Greek
παραστύφοντι — παραστύ̱φοντι , παρά στύφω contract pres part act masc/neut dat sg παραστύ̱φοντι , παρά στύφω contract pres ind act 3rd pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
στύφοντι — στύ̱φοντι , στύφω contract pres part act masc/neut dat sg στύ̱φοντι , στύφω contract pres ind act 3rd pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐνστύφοντι — ἐνστύ̱φοντι , ἐν στύφω contract pres part act masc/neut dat sg ἐνστύ̱φοντι , ἐν στύφω contract pres ind act 3rd pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑποστύφοντι — ὑποστύ̱φοντι , ὑποστύφω to be somewhat astringent pres part act masc/neut dat sg ὑποστύ̱φοντι , ὑποστύφω to be somewhat astringent pres ind act 3rd pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ουρβανός — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Μαρτύρησε με αποκεφαλισμό στην Άγκυρα επί Μαξιμιανού (286 305). Η μνήμη του τιμάται στις 23 Ιουνίου. 2. Για να αποφύγει τον διωγμό των Αρειανών, πήγε στη Νικομήδεια και ζήτησε την προστασία του… … Dictionary of Greek
Αουρούντσι — (Aurunci).Ορεινό συγκρότημα της Ιταλίας, που οφείλει την ονομασία του στον αρχαίο πληθυσμό που κατοικούσε στην περιοχή και ο οποίος πολέμησε εναντίον των Ρωμαίων μεταξύ 505 και 495 π.Χ. Οι Αουρούντσοι υποτάχθηκαν στους Ρωμαίους στο τέλος του 4ου… … Dictionary of Greek
Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… … Dictionary of Greek
Ελβετία — Επίσημη ονομασία: Ελβετική Συνομοσπονδία Έκταση: 41.285 τ. χλμ Πληθυσμός: 7.258.900 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Βέρνη (122.500 κάτ. το 2001)Κράτος της κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει Δ με τη Γαλλία, Β με τη Γερμανία, Α με την Αυστρία και το Λιχτενστάιν… … Dictionary of Greek
Μελιές, Ζορζ — (George Melies, Παρίσι 1861 – 1938). Γάλλος σκηνοθέτης, παραγωγός και ηθοποιός του κινηματογράφου. Σπούδασε καλές τέχνες στο Παρίσι και στο Λονδίνο και ήταν ικανότατος ζωγράφος. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Αγγλία ενθουσιάστηκε με την… … Dictionary of Greek